Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1974. Σπούδασε ηλεκτρολόγος και ασχολήθηκε με αρκετά επαγγέλματα. Ένα από αυτά ήταν η εμπορεία ειδών ορειβασίας. Με την ορειβασία ασχολήθηκε από πολύ νωρίς. Πρώτη φορά ήρθε σε επαφή με τα βράχια σε ηλικία 3 ετών και συνέχισε με αρχικούς δάσκαλους τον Τάκη Μπουντόλα, τον Σάκη Σπανούδη, και τον πατέρα του τον Δημήτρη (Τζίμη) Κινατίδη. Στην συνέχεια εξελίχθηκε σε έναν από τους καλύτερους αναρριχητές της Βόρειας Ελλάδας, σκαρφαλώνοντας σε όλα σχεδόν τα Ελληνικά αναρριχητικά πεδία, διαδρομές με υψηλό βαθμό δυσκολίας. Παράλληλα εξελίχθηκε και σε έναν ορειβάτη υψηλού βουνού, συμμετέχοντας σε αποστολές στις Άλπεις, Δολομίτες, Περού, Ιμαλάια. Επίσης ασχολήθηκε σοβαρά και με το ορειβατικό σκι, σαν κριτής πρώτα, αλλά ετοιμαζόταν να τρέξει και σαν αθλητής από την επόμενη χρονιά. Συμμετείχε στους αγώνες αναρρίχησης και bouldering, στις εκδηλώσεις, και στις σχολές υψηλού επιπέδου της ΕΟΟΑ. Στις εγκαταστάσεις της ΟΑΛΘ για μεγάλο χρονικό διάστημα καθοδηγούσε τους νέους αναρριχητές στη χρήση της πίστας. Επίσης φρόντιζε για την καλή λειτουργία του συλλόγου και ασχολήθηκε με τη συγγραφή άρθρων για το περιοδικό Φύση & Περιπέτεια της ΟΑΛΘ. Ένα τέτοιο άρθρο του, δημοσιεύθηκε στο τεύχος του 2003 και έχει τίτλο Επιτέλους Άλπεις.Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι είχε ανεπτυγμένο το αίσθημα ευθύνης και της συναδελφικότητας. Η φιλικότητα του και το χιούμορ του σε έκαναν να πιστεύεις ότι βρήκες τον φίλο της ζωής σου. ΑΝΤΙΟ ΦΙΛΕ θα σε έχουμε στην καρδιά μας, μέχρι να συναντηθούμε πάλι... μαζί με τους ΧΑΜΕΝΟΥΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥΣ.
Λίγες δεκάδες χιλιόμετρα νοτιότερα του Έβερεστ, στο Kusum Kanguru (6.367μ), μία
μικρή ελληνική αποστολή που επιχειρούσε τη βόρεια ορθοπλαγιά του Κ.Κ.
απαρτιζόταν από 5-6 ορειβάτες.
Στη διάρκεια της κατάβασης από την κορυφή Kusum Kanguru, στην περιοχή Khumbu,
κάποιοι από την ομάδα κατέβαιναν με τεχνικές ραπέλ (καταρρίχηση με σχοινιά),
ένας από τους οποίους ήταν και ο Γιάννης Κινατίδης. Κάποιος βράχος ξεκόλλησε και
χτύπησε τον Γιάννη, ο οποίος έχασε τον έλεγχο και έφυγε στο κενό, γλιστρώντας
ανεξέλεγκτα πάνω στο σχοινί του. Αφού ανέπτυξε ταχύτητα χτύπησε σε κάποιες
προεξοχές της πλαγιάς. Δεν είναι βέβαιο αν ο θάνατός του προήλθε από το χτύπημα
του βράχου ή τη σύγκρουσή του στις προεξοχές της ορθοπλαγιάς.
Ο Γιάννης ήταν έμπειρος αναρριχητής και τον τελευταίο καιρό είχε στραφεί στις
τεχνικές αναβάσεις σε βουνά του εξωτερικού (το προηγούμενο καλοκαίρι είχε
συμμετάσχει σε εθνική αποστολή, στις Άνδεις). Η σωρός του Γιάννη, ο οποίος
σκοτώθηκε σε ηλικία 30 ετών, μεταφέρθηκε στην Ελλάδα τις επόμενες ημέρες.